- κόσσος
- κόσσος, ὁ,A box on the ear, cuff, Suid.:—hence [full] Κοσσοτράπεζος, Com. name for a parasite, Alciphr.3.69, Hsch. s.v. παράσιτος.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
Κόσσος — box on the ear masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κόσσος — box on the ear masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κόσσος — Πεδινός οικισμός (υψόμ. 70 μ., 73 κάτ.) του νομού Ξάνθης. Βρίσκεται στο νοτιοδυτικό τμήμα του νομού, 13 χλμ. ΝΔ της πόλης της Ξάνθης. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Τοπείρου. * * * (I) κόσσος, ὁ (ΑM) κόλαφος, ράπισμα, μπάτσος. (II) ο ζωολ. γένος… … Dictionary of Greek
Κόσσος, Ιωάννης — (Τρίπολη 1832 – Αθήνα 1878). Γλύπτης. Υπήρξε ο πρώτος σημαντικός γλύπτης της μετεπαναστατικής περιόδου. Μαθήτευσε στο Σχολείον των Τεχνών, που είχε ιδρυθεί την εποχή του Όθωνα στην Αθήνα, σπουδάζοντας αρχικά ζωγραφική και αργότερα γλυπτική με… … Dictionary of Greek
Κόσσω — Κόσσος box on the ear masc nom/voc/acc dual Κόσσος box on the ear masc gen sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κόσσω — κόσσος box on the ear masc nom/voc/acc dual κόσσος box on the ear masc gen sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Κόσσον — Κόσσος box on the ear masc acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κόσσον — κόσσος box on the ear masc acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Κόσσου — Κόσσος box on the ear masc gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κόσσου — κόσσος box on the ear masc gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Κόσσῳ — Κόσσος box on the ear masc dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)